(από το βιβλίο ελληνικής γλώσσας της Β' Δημοτικού)
Το κόμικς (το οποίο παρεμπιπτόντως βρίθει από στερεότυπα) παρουσιάζει τρία παιδιά που το καθένα για τους δικούς του λόγους είναι δυσαρεστημένο από τη ζωή του.
Παιδί πρώτο: Παιδί του δυτικού κόσμου – το όνομα (Άννα) παραπέμπει σε ελληνόπουλο. Είναι δυσαρεστημένο γιατί έχει ένα μικρό ποδήλατο και, ενώ έχει ζητήσει ένα μεγαλύτερο, έχει εισπράξει από τη μητέρα του άρνηση. Πίσω από τις γραμμές ή καλύτερα πίσω από την εικόνα υφέρπει εδώ ο ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΣΜΟΣ. Το ότι αυτός προβάλλεται απροκάλυπτα ως αξία και στάση ζωής στο συγκεκριμένο εννοιολογικό πλαίσιο φαίνεται από τη εξέλιξη της ιστορίας. Στην πραγματικότητα μάλιστα αποτελεί σημαντικότατο ιδεολογικό παράγοντα για την κορύφωση της ιστορίας και την «ευτυχισμένη» κατάληξή της. Φάνηκε άλλωστε ολοκάθαρα και από τον τρόπο πρόσληψής του από τα παιδιά στην τάξη.
Παιδί δεύτερο: Η ενδυμασία περισσότερο και το όνομα (Νου) λιγότερο, παραπέμπουν σε ινδική καταγωγή. Το παιδί αυτό είναι δυσαρεστημένο γιατί, ενώ θα προτιμούσε να πάει στην παραλία και να παίξει με το κουβαδάκι του, υποχρεώνεται από τη μητέρα του να πάρει τη στάμνα και να πάει να φέρει νερό. Εδώ στηλιτεύεται υποτίθεται η ΠΑΙΔΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ως παράγοντας που οδηγεί τα παιδιά στη δυστυχία. Οι άρρητες ιδεολογικές παραδοχές εδώ είναι πολλαπλές και εγείρουν τρία τουλάχιστον ερωτήματα: α) κάθε μορφή παιδικής εργασίας είναι καταδικαστέα και οδηγεί στη δυστυχία, ακόμα και αυτή που γίνεται στα πλαίσια της οικογένειας; β) πράγματι πολύ συχνά, ακόμα και στα πλαίσια της οικογένειας, η παιδική εργασία γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης και πολύ συχνά αφαιρεί από πολλά παιδιά σε ολόκληρο τον κόσμο το δικαίωμα στην εκπαίδευση και πολλές φορές και την υγεία, αλλά σε ποιο βαθμό αυτό είναι μια ιδιωτική υπόθεση όπου την αποκλειστική ευθύνη έχουν οι σκληροί και άκαρδοι γονείς; και γ) η έκταση και οι τραγικές συνέπειες αυτού του φαινομένου θα ήταν τέτοιες, εάν δεν υπήρχε τόσο καλά εδραιωμένη η πρακτική που δρα στην περιφέρεια του καπιταλιστικού συστήματος και εκμεταλλεύεται την παιδική εργασία με το χειρότερο τρόπο για την παραγωγή μεγάλου, μεγαλύτερου, μέγιστου κέρδους;
Παιδί τρίτο: Παιδί από την Αφρική, ο Ραφαέλ. Το παιδί αυτό είναι δυστυχισμένο γιατί στη χώρα του επικρατεί ΞΗΡΑΣΙΑ, ΦΤΩΧΙΑ και ΠΕΙΝΑ.
Στη συνέχεια της ιστορίας τα τρία παιδιά ενώνουν τις δυστυχίες τους, και αποφασίζουν να δραπετεύσουν απ’ αυτές, δηλαδή από τις συνθήκες της πραγματικής ζωής τους, και να αναζητήσουν έναν παράδεισο για παιδιά: τη Χωχαρούπα. “Είναι μια πόλη ονειρεμένη με ψηλά δέντρα και καταπράσινη χλόη. Όλα τα παιδιά έχουν λουλούδια στο σπίτι τους, νερό, τροφή, παιχνίδια και πάρκα για να παίζουν!” (σελ. 28-29). Σε όλο το υπόλοιπο βιβλίο, οι πραγματικοί ήρωές του ακολουθούν τους φανταστικούς ήρωες του κόμικς στο ταξίδι τους για τη Χωχαρούπα.
Εδώ ακριβώς εντοπίζεται το σημαντικότατο ατόπημα της συγγραφικής ομάδας, καθώς είναι φανερό ότι μέσα από το συγκεκριμένο κείμενο προωθείται η ιδέα ότι οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, αλλά τα παιδιά ιδιαίτερα (εδώ θα μπορούσαμε να συζητάμε ώρες για τις παραδοχές σχετικά με την παιδική ηλικία που υιοθετούνται στο συγκεκριμένο πλαίσιο), οφείλουν να δραπετεύουν απ’ αυτές. Δεν οφείλουν να αγωνίζονται ενάντια στους παράγοντες της δυστυχίας τους, αλλά πολύ περισσότερο δεν οφείλουν να αναζητούν τις αιτίες που προκαλούν τη δυστυχία τους (γιατί ο καταναλωτισμός είναι αξία και στάση ζωής; γιατί όσοι δεν μπορούν να καταναλώνουν όλο και περισσότερα γίνονται δυστυχισμένοι; γιατί η παιδική εργασία – για αιώνες σημαντικότατος παράγοντας της οικογενειακής οργάνωσης και ισχυρό μέσο κοινωνικοποίησης – μετατρέπεται σε αισχρό αντικείμενο εκμετάλλευσης και παραγωγής κέρδους; από ποιους; γιατί η αφρικανική ήπειρος βιώνει αυτές τις τραγικές συνθήκες ζωής; ποιος είναι ο ρόλος των αναπτυγμένων χωρών στη δημιουργία και συντήρησή τους; ποιος συντηρεί το ληστρικότατο χρέος της υποσαχάριας ιδιαίτερα Αφρικής που απομυζά όλον τον πλούτο που παράγεται σ’ αυτήν; γιατί ενώ παγκόσμια παράγεται πλούτος που θα μπορούσε να θρέψει άλλες 10 φορές τον πληθυσμό όλης της γης, υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι που πεινούν και διαβιούν σε συνθήκες απόλυτης αναξιοπρέπειας και εξαθλίωσης;). Αντίθετα, τα παιδιά πρέπει να θεωρούν αυτονόητο ότι ως παιδιά πρέπει να ζουν σε παραδείσους και ότι, όταν αυτό δε συμβαίνει πρέπει να κάνουν ότι μπορούν για να τους βρουν. Όχι ν’ αναρωτηθούν τι είδους παράδεισοι είναι αυτοί στους οποίους ντε και καλά πρέπει να ζουν, ούτε καν να αγωνιστούν για να τους φτιάξουν, αλλά να αφήσουν το σπίτι τους για να τους βρουν, έτοιμους.
Εδώ θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς ότι αυτά βέβαια δεν είναι ζητήματα που μπορούν να συζητηθούν με τόσο μικρά παιδιά (άποψη με την οποία διαφωνώ έντονα) και ότι είναι απλώς μια φανταστική ιστορία, ένα μικρό παραμυθάκι, που οι στόχοι του είναι αποκλειστικά γλωσσικοί και που όλα τα παραπάνω είναι υπερβολικά και καθόλου δεν ήταν στις προθέσεις των συγγραφέων. Αλλά τότε γιατί κατασκεύασαν ένα κόμικς που θίγει ακριβώς αυτά τα ζητήματα; Όλοι οι επιστήμονες που ασχολούνται με τη γλώσσα και τη διδακτική της γνωρίζουν ότι δεν υπάρχουν αθώα παραμυθάκια και ότι κάθε γλωσσικό κείμενο, ακόμα και ένα πρόβλημα μαθηματικών, προάγει συγκεκριμένες αξίες και στάσεις ζωής. Γιατί θίγουν τόσο επιδερμικά και τόσο επιπόλαια τα συγκεκριμένα ζητήματα; Γιατί τα παρουσιάζουν ως ατομικά προβλήματα; Γιατί στηρίζουν όλο το υπόλοιπο βιβλίο πάνω σε αυτό το κείμενο; Επί δύο συνεχείς μήνες θα διδάσκουμε στα παιδιά πώς να αφήνουν το σπίτι τους, όταν εισπράττουν μια άρνηση στις καταναλωτικές τους ανάγκες ή όταν βιώνουν δύσκολες συνθήκες ζωής και να αναζητούν παραδείσους; Επί δύο συνεχείς μήνες θα λειτουργούμε μέσα στο συγκεκριμένο εννοιολογικό πλαίσιο, προετοιμάζοντας το ταξίδι των ηρώων μας και ακολουθώντάς τους σ’ αυτό μέχρι την επίτευξη του στόχου;
- Χωχαρρούπα είναι η Xώρα των Χαρούμενων Παιδιών, της αγάπης, της ειρήνης, των γλυκών ζαχαρωτών. (…)
- Και τι κάνετε εδώ όλη μέρα;
- Παίζουμε και τραγουδάμε όλη μέρα και γελάμε, όλα τα παιδιά βοηθάμε κι όλοι ΙΣΟΙ προχωράμε. (σελ. 76).
Όταν φτάσουν δηλαδή σε αυτόν τον παράδεισο οι ήρωές μας όλες οι μορφές ανισότητας θα έχουν ως δια μαγείας εξαφανιστεί και όλοι θα νιώθουν ευτυχισμένοι και ίσοι;